«Τέτοια ποσοστά χρέους μόνον σε πολεμικές περιόδους συναντώνται. Πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε πως είμαστε σε κατάσταση πολέμου. Και χρειάζεται μάχη - δύσκολη μάχη, επίπονη, διαρκείας», ανέφερε ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιώργος Προβόπουλος, στο πλαίσιο συζήτησης επί της ενδιάμεσης έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος για την νομισματική πολιτική του 2010.
Ο κ.Προβόπουλος, εξέφρασε την αισιοδοξία του πως «μπορούμε να βγούμε νικητές» στην μάχη για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας και για την έξοδο στις αγορές μετά το τέλος του 2011, «με στοχαστική τήρηση του προγράμματος προσαρμογής, το οποίο πρέπει ει δυνατόν να υπερακοντίζουμε, δίνοντας το σαφές μήνυμα πως βαδίζουμε με ταχείς ρυθμούς.
Χρειάζεται να υλοποιήσουμε ένα συνεκτικό σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη, που θα καταδεικνύει ότι η οικονομία μπορεί να ανακάμψει γρήγορα με ταχείς ρυθμούς: Μπορεί να μην έχουμε κρατικά διευθυνόμενη οικονομία, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι μικρές.
Δεν έχει γίνει π.χ. η συζήτηση για το ποιοι είναι οι αναπτυξιακοί κλάδοι στους οποίους πρέπει να κινηθούμε: Μιλάμε για τον τουρισμό, αλλά έχουμε ένα σχέδιο για το τι τουρίστες θέλουμε, για την προστασία περιβάλλοντος κλπ; Το ίδιο ισχύει και για άλλους κλάδους π.χ. για την ναυτιλία ή την ενέργεια. Έχω την αίσθηση πως στο χώρο της ενέργειας, δεν υπάρχει συγκεκριμένη πρόταση για το τι θα γίνει τα επόμενα τρία χρόνια, να την ξέρουν οι ξένοι επενδυτές, ώστε να γνωρίζουν πού θα κινηθούν».
«Η αγορά κανονίζει, αλλά και η αγορά θέλει κατεύθυνση. Και ο επενδυτικός νόμος αυτό τον χαρακτήρα πρέπει να έχει: Να κατευθύνουμε δημόσιους πόρους εκεί που θέλουμε να σπρώξουμε και τους ιδιωτικούς», τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ.
Δεχόμενος αρκετές ερωτήσεις εκ μέρους των βουλευτών, αλλά και της προέδρου της Επιτροπής Οικονομικών, Βάσως Παπανδρέου, σχετικά με τις ενισχύσεις που έχουν λάβει οι ελληνικές τράπεζες προκειμένου να διακινήσουν ρευστό στην πραγματική οικονομία, χωρίς όμως αυτό να παρατηρείται, ο κ.Προβόπουλος υπερασπίστηκε τα τραπεζικά ιδρύματα, σημειώνοντας πως οι τράπεζες βρέθηκαν σε δεινή θέση, λόγω της υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής κυβέρνησης που οδήγησε και σε υποβάθμιση των ιδίων, αλλά και λόγω της απόσυρσης και «κατανάλωσης καταθέσεων» εκ μέρους των καταθετών, που ξεπέρασε τα 27,5 δισ. ευρώ - ένα ποσοστό που φθάνει το 11% των συνολικών καταθέσεων.
«Η τάση απόσυρσης των καταθέσεων, μοιάζει με το καρδιογράφημα της ελληνικής οικονομίας: Όταν υπάρχουν αρνητικές εκτιμήσεις και αυτό αναπαράγεται από τον ελληνικό Τύπο, το φαινόμενο φουντώνει» σημείωσε.
Από κει και πέρα, «οι Τράπεζες δεν δίνουν δάνεια σε αυτούς που βρίσκονται στην κόκκινη γραμμή. Δάνεια που έχουν δοθεί με τον τρόπο αυτό έχουν ήδη σκάσει - και αυτά είναι σε βάρος του φορολογούμενου. Δική μου έγνοια είναι τα χρήματα να πάνε στις εταιρείες που είναι βιώσιμες και έχουν πρόβλημα ρευστότητας. Αντιθέτως, διαβάζω στον Τύπο, αιτήματα να δοθούν λεφτά σε επιχειρήσεις π.χ. στην Βόρειο Ελλάδα που είναι «σκοτωμένες» - και τα χρήματα δεν πρόκειται ποτέ να τα πάρεις πίσω».
Σε ερώτηση τέλος, εάν με τους υφιστάμενους φορολογικούς συντελεστές, είναι δυνατόν να επιτευχθεί ανάπτυξη, ο κ.Προβόπουλος απάντησε πως οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, είναι μεν ένας ανασταλτικός παράγων για τις επενδύσεις, όχι όμως κατ’ ανάγκην ο κυριότερος.
Για πολλούς, είπε, «το υψηλό δημόσιο χρέος είναι πολύ χειρότερο εμπόδιο, καθώς οι επενδυτές αναμένουν πως το κράτος θα τους ζητήσει κάποια στιγμή, τα όσα κατάφεραν να κερδίσουν με τις επενδύσεις τους» ανέφερε ο κ.Προβόπουλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου